Παρασκευή 30 Μαρτίου 2018

Αδράνειες...










Ψάξαμε τα ισοζύγια
στις συναλλαγές
των ανέντιμων υπανθρώπων!

Περιμέναμε να σταλάξει ανθρωπιά.
Να μοιραστεί ισοτιμία.
Να λειτουργήσει η δικαιοσύνη,
των άσπλαχνων των ονείρων
εκτελεστών!

Σε φερέλπιδα σταθήκαμε λόγια,
λόγια ......
λόγια ......
Μονάχα λόγια .....

Αδρανήσαμε στα ξύλινα κηρύγματα
κι' αναστενάξαμε κάμποσες νύχτες
κάτω από εικόνες.

Αδιαφορήσαμε για την εαυτόν δύναμη
αφήνοντας 
-στην μέγγενη των γραβατοφόρων-
την πυγμή μας
να αργοσβήνει!

Ξεμακρύναμε απ' το φως
επιλέγοντας το έρεβος της αγνωστίας.

Και τώρα;

Οικονομία στο ρεύμα
του πνευματικού μας κόσμου!
Ας μην επιβαρύνουμε τον λογαριασμό
με περαιτέρω γνώσεις.

Επιπρόσθετες χρεώσεις
θα σημάνουν ταραχή στα ''κέντρα''.....

Τρίτη 13 Μαρτίου 2018

Στον Ευαγόρα Παλληκαρίδη....

« Για σένα Κύπρο αθάνατη, Πατρίδα σκλαβωμένη,
θα δώσω απ' το αίμα μου κάθε σταλαματιά...
Για να σε δω ελεύθερη και χιλιοδοξασμένη,
δεν θα διστάσω Κύπρο μου, να πέσω στη φωτιά. »


Ευαγόρας Παλληκαρίδης

1938 - 1957



Τόσον καιρό ανέμενες
για να 'ρθει ετούτη η ώρα
Το γνώριζες το τέλος σου
ήρωα Ευαγόρα.
Γεια σου μικρέ, γλυκέ ποιητή
με την τεράστια ανδρεία
κείνη την νύχτα σου 'πλεξαν
νυχτόπουλα μανδύα.

''Τον Βαγορή, τον Βαγορή
πηγαίνουν στην αγχόνη.
Και σπαρταρούνε τα βουνά
η ώρα σαν ζυγώνει.''

Παλληκαρίδης, όνομα
μα πιο πολύ και πράγμα
λεβέντης μ' αγνό όραμα
Κύπρος μαζί κι' Ελλάδα.
Ήσαν αντάρτης στα βουνά
στης λευτεριάς καρτέρια
εψέλναν τα νυχτόπουλα
με συνοδεία τ' αστέρια.

''Τον Βαγορή, τον Βαγορή
βάλανε στην αγχόνη.
Κι' η Κύπρος όλη σπαρταρά
το τέλος σαν σιμώνει.''

Η ώρα δώδεκα ακριβώς
και πρώτα δυο λεπτά
που τότε ιερή σιωπή
σκέπασε την νυχτιά.
Ο ύμνος ψιθυρίστηκε
απ' του ποιητή τα χείλη
μα ξάφνου όλα σίγησαν
σαν σε θλιμμένο δείλι.

''Τον Βαγορή, τον Βαγορή
χτύπησαν στην αγχόνη.
Ήταν ετών δεκαεννιά (19)
το φως τώρα σιμώνει.''

Ξαπλώνει κάτω ο ποιητής
βάρβαροι τον σκεπάζουν
αρπάζουνε το σώμα του
κι οι ουρανοί στενάζουν.
Και παίρνει την ανηφοριά
τα μονοπάτια παίρνει
στην τελευταία του κατοικιά
λεύτερος ανεβαίνει.

''Τον Βαγορή, τον Βαγορή
σκότωσαν στην αγχόνη.
Λεβέντης έπεσε στην γη
μα ουρανό ανταμώνει.''


Μάρτυρας του αγώνα των ελληνοκυπρίων για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και την Ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα.Γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 1938 στο χωριό Τσάδα, της επαρχίας Πάφου. Μπήκε νωρίς στον αγώνα, από τα μαθητικά του χρόνια κιόλας. Το 1953, σε ηλικία 15 ετών, κατεβάζει και τεμαχίζει την αγγλική σημαία στο Κολέγιο της Πάφου, κατά την ημέρα στέψης της Βασίλισσας Ελισάβετ στο Λονδίνο. Δύο χρόνια αργότερα, συλλαμβάνεται ως μέλος της νεολαίας της ΕΟΚΑ, επειδή συμμετείχε σε παράνομη πορεία.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 συλλαμβάνεται εκ νέου και κατηγορείται για κατοχή και διακίνηση παράνομου οπλισμού. Η δίκη του ορίζεται για τον Μάρτιο του 1957. Στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας δεν αφήνει περιθώρια στους δικηγόρους του για να τον υπερασπιστούν. Παραδέχεται την ενοχή του, με αξιοθαύμαστο τρόπο: «Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο».
Την επομένη της καταδίκης του Παλληκαρίδη σε θάνατο, ο κόσμος ξεσηκώνεται για να σώσει τον νεαρό μαθητή. Οι εκκλήσεις για την απονομή χάριτος από την Ελλάδα, την Αγγλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες απορρίπτονται από τον άγγλο κυβερνήτη Τζον Χάρντινγκ και την αγγλική διπλωματία.
Ο Βαγορής, όπως ήταν το χαϊδευτικό του, δεν πτοείται. Στο τελευταίο γράμμα του δηλώνει: «Θ' ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να 'ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το καθετί. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα, τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.»
Τα μεσάνυχτα της 13ης Μαρτίου 1957 οδηγείται στην αγχόνη. Τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο. Δύο λεπτά αργότερα (14 Μαρτίου) η καταπακτή ανοίγει και ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης περνά στην αιωνιότητα.



''Του αντρειωμένου ο θάνατος,
θάνατος δεν λογιέται''.

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2018

Ωδή εις την ταμπέλα...







Είναι της μόδας φίλε μου
στις εποχές ετούτες
σε στάνες να σε εντάσσουνε
κι' άλλες τέτοιες αρλούμπες.

Ο,τι κι αν πεις κι ας εισ' ευθύς
σε βάζουν σ' ένα κάδρο
''πω πω μ' όσα μου σούρανε
τι να πρωτοπρολάβω;''

Φασίστα ο ένας απ' την μια
να σκούζει ο πικραμένος
Κομμούνι ο άλλος ο γκασμάς
ο κομματοταγμένος.

Και μ' όλα όσα προσάπτουνε
λούζονται με τα ίδια
μα για να λένε, να 'χουνε
βρίσκουν κι' αποκαϊδια.

Κι αν όντως είσαι ελεύθερος
από όλα τα μαντριά τους
κομματικά, θρησκευτικά
κι ανόητα πρότυπά τους

Τότε σου λεν το ποίημα τους
το φάλτσο, το γελοίο
''Καλά εσύ είσαι αντίχριστος,
αναρχικό στοιχείο''.

Και λες εδώ καλά κρατεί
δεν λιώνει η καραμέλα
εξ ου κι ο τίτλος σήμερα
''Ωδή εις την ταμπέλα''.

Αρρώστια ειν της εποχής
κι οι εξουσίες γελάνε
αφού πάνω στα χάλια μας
πίνουνε και τα σπάνε.

Κι' όταν θα έρθει η στιγμή
προς το ''ταμείο'' να πάμε
εμείς ξανά θα εκλέξουμε
αυτούς που μας... πηδάνε.

Το διαίρει και βασίλευε
πάλι να ξαναπαίξουν
τρέχα αδελφέ και γύρευε
τα σπίτια θα μας κλέψουν.

Κατάλαβες τι θέλουνε
και σε τραβούν στο τάγμα;
Να 'μαστε σε διχόνοια
μόνιμο, Ελλήνων δράμα.

Ξεκόλλα και μας πήρανε
ζερβοδεξιοί φαλάγγι
γύρνα να τους... λιανίσουμε
ωρέ Καραϊσκάκη.

Κι εσύ γείτονα που 'κλεισες
σε με το παραθύρι
έλα να πιούμε λεύτερο
και ξάστερο ποτήρι.

Πέτα την πινακίδα σου
στης λήθης το πηγάδι
μ' αυτή σ' άγουν, σε φέρουνε,
σε μπάζουν στο κοπάδι.

Μα ευθύνεσαι εσύ γι' αυτό
κι' εγώ και ο καθένας
που αφήσαμε τον τόπο μας
να ελέγχει ο ''κανένας''.

Και σε ταμπέλες μπήκαμε
ταυτιστήκαμε λάθος
την προσοχή μας πήρανε
απ' το καμένο δάσος.

Πολλοί επικεντρωθήκαμε
σε πράγματα ανούσια
ευθύνες όλοι έχουμε
και δυστυχώς εκούσια.

Μα ήρθε η ώρα κι η στιγμή
να ενώσουμε τα χέρια
αλλιώς μας βλέπω σύντομα
ξανά εις τα μαχαίρια.

Παρασκευή 2 Μαρτίου 2018

Η απολογία του Μάρτη...













''Καλημέρα, καλώς ήρθες
όμως γρήγορα να φύγεις
δεν σε θέλουμε κοντά μας
μέσα σου κακία κρύβεις''.

Έτσι λέει ο ανθρωπάκος
και ψιθύρισε ο Μάρτης:

''Τι ακούω κι' εγώ ο καημένος
λες και είμαι εφιάλτης;

Μπορεί να 'χω στους ασκούς μου
κρύα και βροχές κι' αέρα
μα υψώνω στους ανθούς μου
των ηρώων την παντιέρα.

Τα λιοντάρια αναγεννιούνται
είμαι η εποχή της μνήμης
κι' όσοι από εσάς το αρνούνται
είναι άξιοι μιας οδύνης.

Είμαι οιωνός που ραίνει
κάμπους, βράχια και κορφές
που την γη όλη στολίζει
μ' ανοιξιάτικες ωδές.

Μην λοιπόν με κατακρίνεις
σαν το φάλτσο παραμύθι
γιατί αν πάψω να υπάρχω
χάθηκες μέσα στην λήθη''.