Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

Το τέλος ενός απόδημου ταξιδευτή...







Εκεί στους γινομένους πρόποδες
ενός πληγιασμένου βουνού,
που ντύθηκε μέρες πρίν
τις πράσινες φορεσιές του...

Ιστορία διαδραματιζόταν....


Κάτω-κάτω στον κάμπο, ένας τρομαγμένος ταξιδευτής
ανεβάζει παλμούς και γρηγορεύει το βήμα του.
Ψάχνει (επί ματαίω) κλαδί να ξαποστάσει,
που του στέρησε ο αχόρταγος φονιάς.
Τα καμιόνια βαρούσαν ασταμάτητα,
μια σφαίρα τον πήρε ξώφαλτσα στην κλείδωση....
Παραδίπλα στην λίμνη του θανάτου, φωνές.....
Είκοσι-τριάντα σύντροφοι, τραγουδούν για λευτεριά!
Εσώκλειστοι σε φυλακές, ανάσταση αναγγέλουν...
Πίκρα, πόνος, βασανιστήριο....
Τρεμάμενος, για λίγο κοντοστέκεται
πάνω σε μια μαύρη πέτρα, -σαν σε σημάδι πένθους- ....
Παρατηρεί τους άλλους στην φυλακή και συλλογάται,
πως κάτι, σίγουρα, έχει αλλάξει...Στενάχωρος τινάζει
τις κουρασμένες του φτερούγες και η δίψα του μεγαλώνει....
Η πληγή σιγοτρέχει το πορφυρό ρυάκι του μισεμού
κι' εμπρός, στο μέσον των κλαδιών, διακρίνει την πηγή....
Δίπλα ένας σύντροφος μόνος και γύρω τροφή...
Κινά πορεία κατά κει με μιαν άσβεστη επιθυμία!
Προσαράζει σε κλαράκι! Ο διάλογος συνεχίζεται,
μα οι φωνές και τα νοήματα διαβρώνονται
από τον πόνο και την ανάγκη μιας δροσοσταγόνας...
Δεν ακούει... Ο κίνδυνος εν' όψει...
Δελεάζεται ο τραυματισμένος ταξιδευτής,
βουτώντας στην λιμνούλα....
Προσφερόταν και η νηνεμία ακόμη!
Ξάφνου τα δίχτυα τον τυλίγουν,
εγκλωβίζοντάς τον.

Ήταν πλέον αργά...
Δεν θα ζούσε πολύ...
Γιγαντιαία γκριζωπά πρόσωπα,
αφού πρώτα τον συνέλαβαν,
διέκριναν το τραύμα και διαμήνυσαν
δικαστικό πόρισμα θανάτου:

''Αν δεν ήταν τραυματίας, φυλακή.
Αφού όμως είναι, θάνατο...''

Ο απόδημος ταξιδευτής, ξεψύχησε μπροστά στα μάτια
των αμίλητων συντρόφων του....
Τον έσφιξε η λερωμένη χειραγχόνη,
πετάχτηκε το πτώμα του στον γκρεμό
κι' ακόμα μια θυσία, πέρασε απαρατήρητη!

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2018

Ωδή εις τον ευκολόπιστο...







Άμα του τάξεις αυτουνού
θέσεις, βολεματάκια
θα σε ψηφίσει μονομιάς
θα πει και τραγουδάκια.

Κι' αφού κατέχεις άρχοντα
τι ειν η ηλιθιότης
τον ευκολόπιστο κρατάς
κοντά για να 'σαι ιππότης.

Φρούδες ελπίδες του πουλάς
με σάλτσα κι' αηδία
στον ξύλινο τον λόγο σου
εκείνος να 'ναι η λεία.

Μα ξύπνα βρε ευκολόπιστε
της διπλανής οικίας
ρίξε μια μούντζα, την χρωστάς
στους υιούς της μαλακίας

Δεν βλέπεις, σε δουλεύουνε
οι σκύλοι των κομμάτων
σε άγουν και σε φέρουνε
στις στάνες των προβάτων.

Κι εσύ εκεί ακόλουθος
δεν λες να ξεκολλήσεις
βρίζεις μπροστά εις την tv
μα τρέχεις να ψηφίσεις.

Στους δρόμους χρόνια ήσουν
με... τις πράσινες ορδές
που τώρα γίναν κόκκινες
-βρες μου τις διαφορές-.

Γιατί εθελοτυφλείς λοιπόν
δεν βλέπεις το ποιόν τους;
Αλλάζουνε τα πρόσωπα
μα όχι ο σκοπός τους.

Τι άλλο θες να κάμουνε
για να το πάρεις πρέφα;
Σου τάζουν μα σε θάβουνε
όταν δεν έχουν ρέντα.

Κι' αναρωτιέμαι συνεχώς
τι διάολο σε ποτίζουνε
στραβός λες να 'ναι ο γιαλός,
για εμείς στραβά αρμενίζουμε;